Professional Documents
Culture Documents
63920
63920
Οι πιο πολλοι εκλαμνανουν αυτό το τεστ ως έναν τροπο εξηγησης και ερμηνειας εικονων
για τις οποιες ο εξεταζομενος καλειται να διατυπωσει και να εκφρασει μια μη πραγματικη
ιστορια. Ο κεντρικος θεματικος αξονας που εκφραζει ο εξεταζομενος μεσω της ιστοριας του
κατά κυριο αντικατροπτιζει τα ζητηματα που τον απασχολουν και τον ενδιαφερουν. Επισης ,
κατά τη διαρκεια εκτελεαης του τεστ στον εξεταζομενο , ο ερευνητης μπορει να
διαπιστωσει τις συναισθηματικες αντιδρασεις του εξεταζομενου όταν αφηγειται την
ιστορια του. Αυτή η διεργασια μππορει να πει καποιος πως συνιστα ένα βασικο προτερημα
του εν λογω τεστ (Anzieu & Chabert, 1987).
Ενας εκ των θεμελιωτων του τεστ , ο Μurray τονιζει πως ο κυριος ηρωας της ιστοριας είναι
το ιδιο προσωπο το οποιο εξεταζεται, καθως μεσα από τις ιστοριες του που παραγει
συγχρονως αναδυει στην επιφανεια ποσωπικες σκεψεις ,τα βαθια του συναισθηματα , τα
«θελω» του, τους προβληματισμους του κλπ. Επιπλεον , μεσα από τις ιστοριες που
αφηγειται ο εξεταζομενος γινονται κατανοητοι και οι τροποι που εφευρισκοι προκειμενου
να ανταποκρινεται στις δυσκολιες που τον απασχολουν.
Για την εξεταση το χρονικο διαστημα που απαιτειται είναι καθορισμενο. Ειδικοτερα , το
χρονικο που χρειαζεται για να εκτελεστει το τεστ είναι κατά προσεγγοση 50 λεπτα της ωρας
ανα 10 εικονες. Στο χωρο της εξετασης βρισκονται μοναχα ο ερςυνητης και ο εξεταζομενος
και αξιζει να επισημανει πως καθονται αρκετα κοντα προκειμενου να υπαρξει φιλικο κλιμα
μεταξυ τους. Ακομη , κατά τη τελεση της ςξετασης , ο ερευνητης « τσεκαρει» και συχρονως
αξιολογεις τις τασεις συμπεριφορας του εξεταζομενου και αν κριθει αναγκαιο ο ερευνητης
καταγραφει επακριβως τα λογια της συνεντευξης προκειμενου σε δευτερο χρονο να τα
αξιολογησει διεξοδικα.
Κατά τη διεργασια χορηγηση του ΤΑΤ οι κυριοτερες κατςυθυντηριες γραμμες που δινονται
είναι οι ακολουθες:
Συμφωνα με τον Jenkins(2008) , με την αρωγη του εν λογω τεστ επιχειρειται μια
προσπαθεια να διερευνηθοθν οι διαπροσωπικες σχςσεις του εξεταζομενου οι οποιες
προκυπτουν από το προσδιορισμο των προβληματων του. Σε γςνικες γραμμες , βασικη
υποθεση είναι ότι οι καρτες του τεστ αντικατροπτιζουν περιπτωσεις που σχετιζονται με
συγκρουσιακες καταστασεις (Κουλακογλου,2012).
Αναλυση των ψυχομετρικων γνωρισματων του τεστ
Οι Steven et al (2001) τονιζουν πως εχουν συντελεστει λιγες μελετες για τη διερευνηση
αυτων των δυο βασικων συστατικων των προβολικων τεστ. Ωστοσω ,οι γνωμες που
διατυπωνονται για την εγκυροτητα και την αξιοπιστια των προβολικων τεστ παρουσιαζουν
διαφοροποιησεις. Συμφωνα με τον Cramer , τα δυο αυτά συστατικα που εμπεριεχονται στο
ΤΑΤ παρουσιαζουν τασεις αμφισβητησης.
Σχετικα με την εγκυροτητα του τεστ οι γνωμες που εχουν διατθπωθει παρουσιαζουν
ανομοιομορφια. Ειδικοτερα , οι Lilienfeld et al (2000) υποστηριζουν πως το εν λογω τεστ
παρουσιαζει χαμηλου βαθμου εγκυροτητα. Ωστοσο, οι παραμετροι της αιτιωδους
συναφειας και πολυπλοκοτητας διαπιστωνεται ότι συσχετιζονταο σε μεγαλο βαθμο μεταξυ
τους. Επισης , οι Steven et al (2001) θεωρουν ότι οι παραμετροι “επιθετικοτητα” και “
μεταβολη συναισθηματων” παρουσιαζοουν μεγαλο βαθμο εξαρτησης.
Ακομη , το τεστ εχει επικριθει για την εγκυροτητα του σε εννοιολοηικο επιπεδο. Ειδικοτερα
για αυτό η Κουλακογλου (2012) τονιζει ότι τα στπιχεια που μελετωνται στο τεστ δεν
ανιχνευονται παντα στη συμπεριφορα του ατομο στο πλαισιο της καθημερινοτητας του. Για
παραδειγμα , ο προσδιορισμος ο βαθμος εξαρτησης αναμεσα στην επιθετικοτητα που
αναδυεται στο τεστ και στη φανερη επιθετικοτητα είναι μια πολυδιαστατη εικασια , λογω
του ότι επηρεαζεται και από άλλες συνιστωσες/ συστατικα της προσωπικοτητας του
εξεταζομενου όπως είναι το στρες της στιγμη κλπ (Harrison,1995).
Τελος , η εγκυροτητα του τεστ μπορει να πει καποιος επηρεαζεται και από τα ατομικα
χαρακτηριστικα του εξεταστη ,δηλαδη τη προσωπικοτητα και από το τροπο με τον οποιο
μεταβιβαζει τις κατευθυντηριες γραμμες στον εξεταζομενο. Υπο αυτό το πρισμα γινεται
κατανοητο πως και ο εξεταστης εχει μεριδιο ευθυνης στη διαμορφωση των αποτελεσματων
του εξεταζομενου.
Ο βαθμος της αξιοπιστιας των παραμετρων του εν λογω τεστ είναι μια συνιστωσα η οποια
τιθεται διαρκως υπο αμφισβητηση. Η εσωτερικη συνοχη , δηλαδη η αλληλεξαρτηση των
ερωτησεων , κυρια συνιστωσα της αξιοπιστιας , διαπιστωνεται ότι πολλες φορες κυμαινεται
σε χαμηλα επιπεδα. Για αυτό το ζητημα , αρκετοι ερευνητες εχουν τονισει πως τα μετρα
εσωτερικης συνοχης δεν διαθετουν μεγαλη ισχυ στο εν λογω τεστ.
Τελος , καποιοι ερευνητες επινοησαν ένα καινουργιο τροπο για το προσδιορισμο του
βαθμου της εσωτερικης συνοχης του εν λογω τεστ. Ειδικοτερα , χρησιμοποιωντας
κατηγοριες αντι για εικονες και με την αρωγη μιας μαθηματικης διεργασιας , μπορεσαν να
αποδειξουν πως ο δικος του τροπος συμπορευευται σε μεγαλυτερο βαθμο με τπτς
δομικους κανονες του τεστ (Gruper & Kreuzpointer, 2013).
Μια μελετη που υιοθετησε το τεστ είναι αυτή των Pollak & Gilligan(1982). Πιο συγκεκριμενα
, εφαρμοσαν το τεστ προκειμενου να μελετησουν τις διαφοροποιησεις που πιθανως να
εμφανιζονταν σχετικα με τον τροπο που εκλαμβανιυν τη βια τα δυο φυλα. Αυτοι οι δυο
μελετητες κατεληξαν στο πορισμα ότι οι αντρες και οι γυναικες εκλαμβανιυν με μη ομοιο
τροπο . Με γνωμονα αυτό το τεστ διαπιστωσαν πως οι αντρες συσχετιζουν τη βια με τον
φοβο της οικειοτητας. Στην αντιπερα οχθη, οι γυναικες τη συσχετιζουν με το φοβο της
επιτυχιας.
Ακομη, με τη χρηση του τεστ οι εν λογω ερευνητες διαπιστωσαν ότι πως οι αντρες
παρουσιαζουν μεγαλυτερες τασεις επιθετικοτητας εν συγκρισει με το γυναικειο φυλο.Αυτη
η διαπιστωση τεκμηριωνεται από το γεγονος ότι οι αντρες κατασκευαζαν ιστοριες οι οποιες
διακατεχονταν από χαρακτηριστικα επιθετικοτητας και βιας. Επιπροσθετως , με την αρωγξ
του τεστ , οι ερευνητες Pollak & Gilligan εβγαλαν το συμπερασμα πως η εννοια και η φυση
του κινδυνου εκλαμβανεται με διαφορετικο τροπο αναμεσα στα δυο φυλα.
Αυτό το τεστ , τα τελευταια ετη , υιοθετειται και για τη κλινικη διερευνηση των ατομων της
τριτης ηλικιας. Πολλοι μελετητες εχουν τονισει πως τον εν λογω τεστ παρεχει τη δυνατοτγτα
στα ατομα της τριτης ηλικιας να εκφρασουν με μεγαλη ευχερεια τα ζητηματα που τα
απασχολουν και τις εσωτερικες τους αναγκες (Verdon,2011). Όμως , πολλοι αμφισβητουν
την υιοθετηση του τεστ στην αξιολογηση των ατομων της τριτης ηλικιας καθως στις καρτες
του τεστ δεν συγκαταλεγονται εικονες που να εχουν ως θεμα τους ατομα της τριτης ηλικιας.
Ο ερευνητης Verdon εφαρμοσε τη συγκεκριμενη ψυχομετρικη δοκιμασια σε ατομα τριτης
ηλικισς. Ειδικοτερα, ο συγκεκριμενος ερευνητης δειχνοντας μια συγκεκριμενη καρτα του
τεστ σε ατομα τριτης ηλικιας εβγαλε το πορισμα πως οι ιστοριες που δημιουργουσαν τα
ηλιωμενα ατομα ειχαν ως κυριο θεματικο αξονα τη κατασταση της απωλειας αγαπημενων
τους προσωπων. Οποτε ,από την εκτελεση του τεστ στα ατομα της τριτης ηλικιας προκυπτει
η διαπιστωση ότι μεσω της χρησης του εν λογω τεστ δινεται η δυνατοτητα να αντληθουν
χρησιμα στοιχεια για τον εσωτερικο κοσμο αυτων των ατομων.
Επιπλεον , τον εν λογω τεστ εχει εφαρμοστει για τη διερευνηση των συμπεριφορων των
γονιων των οποιων τα παιδια τους ανηκουν στις ευπαθεις ομαδες του πληθυσμου π.χ
ΑΜΕΑ. Η εφαρμογη του τεστ σε γονεις αυτων των παιδιων εχει καταδειξει το γεγονοσ ότι ο
πως εμφανιζεται διαφοροποιηση των αντιληψεων και πεποιθησεων μεταξυ πατερα καο
μητερα για τις ιδιαιτεροτητες του παιδιου τους. Οι Lamb &Laumann-Billings (1997) τονιζουν
ότι ο πατερας ενός παιδιου με ειδικες αναγκες ανησυχει πιο πολύ για τις μελλοντικες
δυσχερειες που θα αντιμετωπισει το παιδι ,αντιθετως η μανα του παιδιου εκφραζει πιο
πολύ ανησυχια για το παρον του παιδιου. Επομενως , γινεται κατανοητπ ότι μεσω της
χρησης του ΤΑΤ είναι εφικτη η διερευνηση των τροπων συμπεριφορας των γονιων.
Για τη κατηγορια των προβολικων δοκιμασιων ,κατά το παρελθον, εχουν ασκηθει αρκετες
αρνητικες κριτικες. Το ΤΑΤ τεστ εχει δεχτει τη περισσοτερη κριτικη για ζητηματα που
σχετιζονται με την επιστημονικη του χρησιμοτητα και αξια . Ειδικοτερα , οι Lilienfeld et al
(2000) τονιζουν ότι κατά κυριο λογο αμφισβητουνται η αξιοπιστια και η εγυροτητα του
συγκεκριμενου ψυχομετρικου εργαλειου.
Επισης , άλλο ένα αρνητικο στοιχειο που εχουν εντοπισει οι επικριτες του τεστ αφορα το
βαθμο αξιοπιστιας του κατά τη διεργασια επανεξετασης των αποτελεσματβν που
προκυπτουν. Αυτό, πρακτικα, σημαινει ότι τα αποτελεσματα της αρχικης εξετασης πολλες
φορες δε συμπιπτουν με τα αποτελεσματα της επανεξετασης καθως η ψυχολογικη
κατασταση των εξεταζομενων παρουσιαζει αξιοσημειωτες μεταβολες. Οποτε υπο αυτό το
πρισμα μπορει ευκολα πως αυτή η διαπιστωση διαταρασει σε καποιο βαθμο το πλαισιο της
αξιοπιστιας του τεστ.
Επιπροσθετως , σε αυτό το τεστ ασκειται εντονη κριτικη αρμητικης φυσεως λογω του ότι
πολλοι θεωρουν πως επηρεαζεται σε μεγαλο βαθμο από εξωτερικες παραμετρους π.χ τα
ατομικα χαρακτηριστικα του εξεταστη.
Ακομη o Gruber(2017) τονιζει πως αυτό το τεστ θεωρειται καπως ξεπερασμενο καθως οι
καρτες που το απαρτιζουν δε μπορουν να προκαλεσουν το εντονο ενδιαφερον των
εξεταζομενων.
Αν και το τεστ εχει δεχτει αρκετες αρνητικες κριτικες , εντουτοις υπαρχουν πολλοι που το
υποστηριζουν και το επικροτουν. Ειδικοτερα ,υπαρχουν πολλοι ερευνητες που τνιζουν ότι
αυτό το τεστ παρεχει μια μορφη εξετασης η οποια υπερπηδα τα κλασικα στερεωτυπα.
Συμβαινει αυτό κατά κυριο λογο καθως το τεστ δινει τη δυνατοτητα στον εξεταζομενο να
εκφραστει ελευθερα διχως περιορισμους. Ένα άλλο πλεονεκτημα που εχει το τεστ είναι ότι
δινει τη δυνατοτητα στον εξεταστη να διαλεξει ποιες καρτες θεωρει ο ιδιος καταλληλες και
χρησιμες για τη κάθε περιπτωση του εξεταζομενου ξεχωριστα. Ετσι με αυτό το τροπο , τα
δυο εμπλεκομενα μερη του τεστ , δηλαδη ο εξεταστης και ο εξεταζομενος, λειτουργουν σε
κλιμα ευχαριστο και μη αυστηρο μεταξυ τους καθως το τεστ τους παρεχει ελευθερια
εκφρασης των αποψεων και των προβληματισμων τους (Κουλακογλου, 2012).
Τελειωνοντας, αρκετοι ερευνητες εκφερουν την αποψη ότι το εν λογω τεστ διαθετει ένα
πρωτοτυπο μηχανισμο αξιολογησης καθως δεν δρα με γνωμονα τα αυστηρα πλαισια της
εγκυροτητας και της αξιοπιστιας , γεγονος που το καθιστα μοναδικο και καινοτομο στο
πεδιο της κλινικης ψυχολογιας (Holt,1999).
Συνοψη
Αν και το τεστ εχει κριθει αρνητικα από πολλους , εντουτοις πολλοι ερευνητες το εχουν
υιοθετησει κατά τη διαρκεια των μελετων τους. Ένα από τους βασικους λογους που το
χρησιμοποιον αρκετοι κλινικοι ψυχολογοι στη πρακτικη τους είναι επειδη διακαταχεται από