Professional Documents
Culture Documents
η καλή μέρα από το πρωί φαίνεται
η καλή μέρα από το πρωί φαίνεται
Θ. Βαλτινός
- Ο Θανάσης Βαλτινός, ένας από τους κορυφαίους και πιο ενδιαφέροντες Έλληνες
συγγραφείς και τιμημένος με διακρίσεις, γεννήθηκε στο χωριό Καράτουλα της Κυνουρίας το
1932 και φοίτησε κατά σειρά στα Γυμνάσια Σπάρτης, Γυθείου και Τρίπολης. Το 1950 πήγε
στην Αθήνα, όπου ζει έως σήμερα. Σπούδασε κινηματογράφο και μετά το 1974 έζησε κατά
διαστήματα στην Αγγλία, στο Δυτικό Βερολίνο και στις ΗΠΑ, καλεσμένος από πανεπιστήμια
ή άλλα πνευματικά ιδρύματα. Είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Επιστημών και
Τεχνών, της Εταιρείας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων καθώς και της Εταιρείας
Συγγραφέων. Διετέλεσε γενικός Διευθυντής του 2ου καναλιού της Εθνικής Τηλεόρασης την
περίοδο 1989-1990.
- Έργα. Η κάθοδος των εννιά (1963), ένα από τα κλασικά πεζογραφήματα της νεότερης
ελληνικής λογοτεχνίας - Συναξάρι Αντρέα Κορδοπάτη, Βιβλίο πρώτο, Αμερική (1972) — Τρία
ελληνικά μονόπρακτα, μυθιστόρημα (1978) — Εθισμός στη νικοτίνη — Μπλε βαθύ σχεδόν
μαύρο — Στοιχεία για τη δεκαετία τον '60, μυθιστόρημα — Θα βρείτε τα οστά μου υπό
βροχήν, διηγήματα - Φτερά Μπεκάτσας -Ορθοκωστά, μυθιστόρημα — Συναξάρι Αντρέα
Κορδοπάτη, Βιβλίο δεύτερο, Βαλκανικοί - '22 (2000) κ.ά. Ο Βαλτινός έγραψε σενάρια για
κινηματογραφικά έργα και μετάφρασε αρχαίες τραγωδίες, που παίχτηκαν στην Επίδαυρο.
Η ξενιτιά γενικά
- Η αποδημία, δηλαδή η απομάκρυνση κάποιων ανθρώπων από τον τόπο στον οποίο
γεννήθηκαν και μεγάλωσαν και η μόνιμη ή για μεγάλο χρονικό διάστημα εγκατάσταση τους
σε ξένο τόπο, οφείλεται σε κάποιες συνθήκες ιστορικές, πολιτικές ή κοινωνικές. Ο
κυριότερος όμως λόγος που αναγκάζει τους ανθρώπους να ξενιτεύονται είναι οι δύσκολες
οικονομικές συνθήκες της πατρίδας τους και γι' αυτό φεύγουν για τη βελτίωση των
οικονομικών τους και για καλύτερες συνθήκες ζωής. Αυτοί είναι οι οικονομικοί
μετανάστες. Πέρα από αυτούς υπάρχουν και εκείνοι που εκπατρίζονται, που εκδιώκονται ή
φεύγουν από την πατρίδα τους για λόγους πολιτικούς, και κυρίως οι πρόσφυγες, δηλαδή οι
πληθυσμοί που αναγκάζονται για λόγους δικούς τους ή εξαναγκάζονται από κάποιο φορέα
εξουσίας να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους ή τον τόπο της μόνιμης κατοικίας τους και να
καταφύγουν σε μια ξένη χώρα ή στη χώρα της εθνικής τους προέλευσης (όπως, για
παράδειγμα, οι Έλληνες πρόσφυγες που ήρθαν στην Ελλάδα από τη Μ. Ασία το 1922 ή οι
νεοπρόσφυγες Έλληνες Πόντιοι που ήρθαν τελευταία στην Ελλάδα από χώρες της πρώην
Σοβιετικής Ένωσης).
- Οι συνθήκες ζωής των μεταναστών και των προσφύγων είναι ιδιαίτερα δύσκολες,
επειδή αυτοί βρίσκονται μακριά από τα σπίτια τους και από τα υπάρχοντα τους (ή τα έχουν
χάσει) και προσπαθούν με πολλές δυσκολίες να βρουν εργασία και να ριζώσουν σε ξένον
τόπο ξεκινώντας από την αρχή, καθώς μάλιστα ζουν μέσα σε μια ξένη κοινωνία, της οποίας
τα μέλη τους βλέπουν ενδεχομένως με αντιπάθεια, με καχυποψία, ακόμα και με εχθρικές
διαθέσεις, σαν εισβολείς στο δικό τους τόπο, και προσπαθούν να τους κρατάνε πολλές
φορές αποκομμένους από το κοινωνικό σύνολο. Κοντά λοιπόν στις πρακτικές δυσκολίες
υπάρχει για τους μετανάστες και τους πρόσφυγες το αίσθημα της μοναξιάς, του κοινωνικού
αποκλεισμού και της περιφρόνησης, ενώ παραμένει πάντα η ζωηρή νοσταλγία για τη
πατρίδα τους. Παρ' όλα αυτά οι μετανάστες πετυχαίνουν τη βελτίωση των συνθηκών της
ζωής τους και, ακόμα, διευρύνουν τους ορίζοντες της ζωής τους με την απόκτηση νέων
εμπειριών, με την αλλαγή του τρόπου της ζωής τους, με την αλλαγή προς το καλύτερο του
τρόπου της σκέψης και της συμπεριφοράς τους.
Ωστόσο στη σημερινή Ελλάδα εδώ και 10-15 χρόνια οι όροι έχουν αντιστραφεί και, αντί να
ξενιτεύονται οι Έλληνες, έχει κατακλυστεί η χώρα μας από οικονομικούς μετανάστες άλλων,
φτωχών χωρών και από πρόσφυγες. Είναι βέβαιο ότι αυτοί οι άνθρωποι νιώθουν ανάμεσα
μας όπως νιώθουν πάντα οι πρόσφυγες και οι μετανάστες. Και ο καιρός θα δείξει αν εμείς
ως λαός χώρας υποδοχής προσφύγων και μεταναστών θα συμπεριφερθούμε σ' αυτούς με
τρόπο ταπεινωτικά ρατσιστικό ή με κατανόηση και ανθρωπιά. Πρέπει όμως να
συμπληρώσουμε ότι απο το 2010 και μετά, λόγω της μεγάλης οικονομικής κρίσης που
μαστίζει τη χωρα μας, αρχίζει και διαμορφώνεται μεταναστευτικό ρεύμα προς το
εξωτερικό, από Ελληνες νέους που ψάχνουν για ένα καλύτερο μέλλον!
Θεματικά κέντρα
Το «συναξάρι»
• Συναξάρι ονομάζεται η διήγηση που αναφέρεται στο βίο και στο μαρτύριο κάποιου αγίου
ή μάρτυρα του χριστιανισμού ή στην ασκητική ζωή των οσίων και των ασκητών ή και σε
άλλα θέματα σχετικά με την εκκλησιαστική ζωή* έτσι λέγεται και το βιβλίο που περιέχει μια
τέτοια διήγηση. Η διήγηση αυτή πήρε το όνομα «συναξάρι», επειδή διαβαζόταν σε
συγκεντρώσεις (σε «συνάξεις») μοναχών.
— Και ο συγγραφέας δίνει αυτόν το χαρακτηρισμό {Συναξάρι) στην αφήγηση του ήρωα
του, επειδή οι περιπέτειες και οι δυσκολίες της ζωής του Αντρέα Κορδοπάτη είναι σαν τα
μαρτύρια των αγίων και σαν τη στερημένη ζωή των ασκητών — είναι και ο ίδιος ένας
μάρτυρας. Μάλιστα οι περιπέτειες και οι οδυνηρές δυσκολίες έχουν αρχίσει για τον ήρωα
ενώ βρίσκεται ακόμη στις τυπικές διαδικασίες και πριν φύγει για την ξενιτιά. «είναι τοπίο
χέρσο , μα ανθρώπινο, «ασκητικό», όπως αυτές ακριβώς οι μορφές αγίων , που ο
αγιογράφος απέδωσε για την αιωνιότητα. « (Michel Grodent, Το Συναξάρι του Θανάση
Βαλτινού)
Εισαγωγή
Έτσι, θα γράψει οΑλ. Κοτζιάς το 1972, χρονιά που εκδόθηκε το « Συναξάρι...»: «Eκείνο που
χαρίζει διαστάσεις και λειτουργικότητα σ’ αυτό το επιφανειακά απλούστατο αφήγημα είναι
το αριστοτεχνικό ύφος του, το στενά δεμένο με τις γνήσιες νεοελληνικές ρίζες. Έτσι, ενώ
παρακολουθούμε τις τυπικές περιπέτειες ενός θεόφτωχου Πελοποννήσιου
λαθρομετανάστη στην Aμερική στις αρχές του αιώνα βλέπουμε χάρη στα λεγόμενα αλλά
και τα παραλειπόμενα να φωτίζουνται ουσιαστικά σημαντικές πλευρές της εθνικής
φυσιογνωμίας μας. Aποφλοιώνοντας το είδωλο που μας προσφέρει ο συγγραφέας
διακρίνουμε βασικές δομές της νεοελληνικής κοινωνίας , που έδιωξε και διώχνει από τα
σπλάχνα της στρατιές ολόκληρες από άκληρους, και παράλληλα αντιλαμβανόμαστε την
ψυχοσύνθεση, το πνευματικό επίπεδο, την όλη ποιότητα και κατάσταση των ανθρώπων
εκείνων που πήραν και παίρνουν των ομματιών τους αναζητώντας στην ξενιτιά ό,τι τους
αρνήθηκε η πατρίδα, την επιβίωση.»
Ο Θανάσης Βαλτινός σκιαγραφεί στο συγκεκριμένο έργο ως εξής τους ήρωές του και τη
στάση τους απέναντι στη μετανάστευση : είναι εκείνοι που βασανίζονται από την επιθυμία
να γνωρίσουν αυτό που δεν υπάρχει και δεν πρόκειται ποτέ να υπάρξει γι’ αυτό και
γίνονται τολμητίες της υπέρβασης.
Αποστασιοποιούνται από το μίζερο παρόν της πατρίδας και με το βλέμμα στραμμένο στην
επιτυχία, αγωνιούν για την άφιξη στη Γη της Επαγγελίας.
Περιληπτική αναδιήγηση: Το κέιμενο ανήκει στη δεύτερη ενότητα του έργου. Αυτή ξεκινά
με την απόφαση και την πρώτη απόπειρα του ήρωα να μεταναστεύσει και ο ίδιος στις
15 Μαρτίου του 1903. Αρχίζει με τη λακωνική φράση « Το ’903 αποφάσισα κι εγώ να
ξενιτευτώ» και χωρίς περιττές εξηγήσεις γιατί πήρε μια τέτοια απόφαση. Η πρώτη του αυτή
απόπειρα θα τον φέρει μέχρι τον Πειραιά, όπου οι γιατροί θα διαγνώσουν ότι πάσχει από
τράχωμα, μολυσματική ασθένεια των ματιών , που τον καθιστά ακατάλληλο και
ανεπιθύμητο εργάτη για την υπερπόντια « Γη της Επαγγελίας». Θα επιστρέψει στο χωριό
του γνωρίζοντας στο ταξίδι της επιστροφής έναν απόδημο, που γύρισε για να επισκεφτεί
τους γονείς του . Οι πληροφορίες που θα πάρει απ’ αυτόν για τη ζωή στην Αμερική θα
επιβεβαιώσουν την ορθή επιλογή του. Ο διάλογος μεταξύ τους είναι ενδεικτικός: «Πώς
περνάγατε στηνΑμερική;
Το μεροκάματο;
Δουλειές πολλές;
Πολλές. Γραμμές, μίνες για τον χρυσό, για κάρβουνο και άλλες»
Μεταξύ τους αναπτύσσεται μία φιλική σχέση και ο ήρωάς μας θα καθυστερήσει για λίγο
την επιστροφή του στο χωριό. Στο τέλος αποχωρίζονται και ο ήρωας επιστρέψει στην
πατρίδα του με δυσκολία καθώς το συγκοινωνιακό δίκτυο βρίσκεται σε άθλια κατάσταση.
Ο τίτλος Η καλή μέρα...
Λίγα λόγια για τον ήρωα από τον ίδιο το συγγραφέα: « Μ. Π.: Αν όχι ο υπαρκτός, ποιος
είναι ο αληθινός Κορδοπάτης;
Θ. Β.: Είναι όλοι εκείνοι που προσπάθησαν να δραπετεύσουν από τη νεοελληνική ένδεια.
Υπέστησαν τα πάντα : ταπεινώσεις, κακουχίες. Τα κατάφεραν ωστόσο. Αυτούς καλύπτει το
μοντέλο Κορδοπάτης.» ( Από συνέντευξη στη Μαίρη Παπαγιαννίδου, εφημερίδα « Το
Βήμα» , 16/7/2000.)
Χαρακτηρισμός του ήρωα: Ο Αντρέας Κορδοπάτης, ο ήρωας του βιβλίου είναι ένας
αντεστραμμένος Οδυσσέας. Η δική του περιπλάνηση δεν έχει στόχο την επιστροφή στην
πατρίδα αλλά αντίθετα την απομάκρυνσή του απ’ αυτή και τη μετάβασή του σ’ έναν
υπερπόντιο παράδεισο. Η περιπέτειά του, δεν είναι το έπος ενός ήρωα, αλλά το συναξάρι
ενός αντιήρωα που αντιμάχεται με καρτερία κάθε εμπόδιο, προσηλωμένος στο όραμα της
άφιξης στην Αμερική. Είναι ο άνθρωπος που πολεμά ενάντια στην ακύρωσή της με κάθε
δυνατό τρόπο.
Πάντως, μέσα από την αφήγηση παρακολουθούμε την ιστορία ενός ανθρώπου που
πανομοιότυπη σχεδόν την έζησαν χιλιάδες άλλοι. Έτσι, ο Αντρέας Κορδοπάτης καταλήγει
να γίνει τελικά η φωνή μιας ολόκληρης γενιάς, των Ελλήνων μεταναστών που
ακολούθησαν το δρόμο του θεληματικού εκπατρισμού στην αυγή του 20 ου αι. Ο
συγγραφέας δεν περιγράφει το χαρακτήρα του ήρωά του ούτε τον ενδιαφέρει να δώσει γι
αυτόν μια ολοκληρωμένη εικόνα. Μέσα από την αφήγησή του, αφήνει μόνο να
σκιαγραφηθούν εκείνα τα χαρακτηριστικά που τον βοηθούν να αντέξει τα βάσανα και να
επιβιώσει.
Ο ήρωας του έργου ανάγεται τελικά , σε «άγιο» των ανώνυμων μαρτύρων της
καθημερινότητας, όλων εκείνων που εναγώνια παλεύουν να επιβιώσουν
μεταναστεύοντας. Είναι ένας άλλος Κάσπαρ Χάουζερ (Δ. Χατζής, Το Διπλό Βιβλίο) που
βιώνει το κοινωνικό δράμα του μετανάστη.
Αφηγηματικοί τρόποι:
Η ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ: «Κι εδώ πρέπει να υπογραμμιστεί τούτο: όπως το
προσωπικό ύφος του κ. Θ. Βαλτινού. Χωνεύεται μέσα στο τόσο αποκαλυπτικό ύφος του
λαού του, έτσι και η λαμπρή εξιστόρηση μιας βιοτικής περιπέτειας έστω και τυπικής για
αναρίθμητους νεοέλληνες μετανάστες, συνυφαίνεται με συνολικά μεγέθη και φωτίζει εν
μέρει σημαντικές πλευρές από τη φυσιογνωμία ενός ολόκληρου λαού–από τη φυσιογνωμία
μας. Είναι αυτό το σπουδαιότερο επίτευγμα του συγγραφέα.»